griego » alemán

τηλεσυντονιστής (τηλεσυντονίστρια) [tilɛsindɔnisˈtis, tilɛsindɔˈnistria] SUBST m/f (f) TV

τηλεσυντονιστής (τηλεσυντονίστρια)

συντονιστής (συντονίστρια) [sindɔnisˈtis, sindɔˈnistria] SUBST m/f (f)

1. συντονιστής (γενικά):

Koordinator(in) m (f)

τηλεσυνδιάσκεψη

τηλεσυνδιάσκεψη s. τηλεδιάσκεψη

Véase también: τηλεδιάσκεψη

τηλεδιάσκεψ|η <-εις> [tilɛðiˈaskɛpsi] SUBST f

τηλεσυμβούλιο [tilɛsiɱˈvuliɔ] SUBST nt

ασυντόνιστ|ος <-η, -ο> [asinˈdɔnistɔs] ADJ.

1. ασυντόνιστος (ενέργειες):

2. ασυντόνιστος (κεραία):

τηλεχειριστήριο [tilɛçirisˈtiriɔ] SUBST nt

φλαουτίστας [flauˈtistas] SUBST m, φλαουτίστα [flauˈtista], φλαουτίστρια [flauˈtistria] SUBST f

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский