griego » alemán

Traducciones de „επιταγή“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

επιταγή [ɛpitaˈji] SUBST f

1. επιταγή (προσταγή):

επιταγή
κατ' επιταγή του

2. επιταγή DER. (εντολή για πληρωμή):

επιταγή

3. επιταγή FIN. (τσεκ):

επιταγή
Scheck m
ακυρωμένη επιταγή
ανοιχτή επιταγή
ανοιχτή επιταγή
απλήρωτη επιταγή
δίγραμμη επιταγή
εκπρόθεσμη επιταγή
επιταγή εν λευκώ
επιταγή εξωτερικού
επιστραφείσα επιταγή
επιταγή στον κομιστή
ονομαστική επιταγή
ταξιδιωτική επιταγή
ταχυδρομική επιταγή
τραπεζική επιταγή
πληρωμή f με επιταγή

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский