griego » alemán

Traducciones de „εξωτερικό“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

εξωτερικό [ɛksɔtɛriˈkɔ] SUBST nt

1. εξωτερικό (ξένες χώρες):

εξωτερικό
Ausland nt
στο εξωτερικό

2. εξωτερικό (έξω πλευρά):

εξωτερικό

Ejemplos de uso para εξωτερικό

εξωτερικό ερέθισμα
εξωτερικό εμπόριο
εξωτερικό αφτί
στο εξωτερικό
εξωτερικό τροχιακό
εισόδημα από το εξωτερικό
ζήτηση από το εξωτερικό
πελατεία από το εξωτερικό
κράτηση στο εξωτερικό
λείπει στο εξωτερικό
διαμονή στο εξωτερικό
περιουσία στο εξωτερικό
πηγαίνω στο εξωτερικό
διέφυγαν στο εξωτερικό
περιοδεία στο εξωτερικό
πωλήσεις f pl. στο εξωτερικό

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский