griego » alemán

Traducciones de „αλληλογραφία“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

αλληλογραφία [alilɔɣraˈfia] SUBST f

1. αλληλογραφία (επίσημη):

αλληλογραφία
έχω/διατηρώ αλληλογραφία με κάποιον
ομαδική αλληλογραφία
εμπορική αλληλογραφία

2. αλληλογραφία (μεταξύ γνωστών):

αλληλογραφία
έχω/διατηρώ αλληλογραφία με κάποιον

Ejemplos de uso para αλληλογραφία

ομαδική αλληλογραφία
εμπορική αλληλογραφία
έχω/διατηρώ αλληλογραφία με κάποιον

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский