griego » alemán

λαμπτήρας [lamˈptiras] SUBST m ELECTRNIA.

λαμπτήρας
λαμπτήρας καδμίου
λαμπτήρας με νέον
λαμπτήρας πεντανίου
λαμπτήρας φθορισμού
λαμπτήρας φθορισμού
λαμπτήρας χαλαζία-ιωδίου

λαμπτήρας SUBST

Entrada creada por un usuario

Ejemplos de uso para λαμπτήρας

λαμπτήρας m πεντανίου
λαμπτήρας m φθορισμού
λαμπτήρας πεντανίου
λαμπτήρας φθορισμού
λαμπτήρας καδμίου
λαμπτήρας m με νέον
λαμπτήρας με νέον
λαμπτήρας χαλαζία-ιωδίου

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский