griego » alemán

διαφάνεια [ðiaˈfania] SUBST f

1. διαφάνεια (ιδιότητα του γυαλιού):

διαφάνεια

2. διαφάνεια (καθαρότητα):

διαφάνεια

3. διαφάνεια fig. (σε κάποια διαδικασία):

διαφάνεια

4. διαφάνεια FOTO:

διαφάνεια
διαφάνεια
Dia nt

διαφάνεια SUBST

Entrada creada por un usuario
διαφάνεια (σε παρουσίαση) f INFORM.
Folie f

Ejemplos de uso para διαφάνεια

διαφάνεια f των τελών
διαφάνεια f των τιμών

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский