alemán » griego

Traducciones de „αποθέματα“ en el diccionario alemán » griego (Ir a griego » alemán)

συναλλαγματικά αποθέματα ntpl
αποθέματα nt pl. ενέργειας
αποθέματα nt pl. έναρξης
Geldvorrat FIN., ECON.
χρηματικά αποθέματα nt pl.
διαθέσιμα αποθέματα nt pl.
αξίες f pl. αναφερόμενες στα αποθέματα
αγγίζω τα αποθέματα
τα αποθέματα εξαντλήθηκαν
griego » alemán

Traducciones de „αποθέματα“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

συναλλαγματικά αποθέματα
αποθέματα nt pl. αλιευμάτων
αποθέματα nt pl. προϋπολογισμού
συναλλαγματικά αποθέματα
συναλλαγματικά αποθέματα
αποθέματα nt pl. χρυσού
αποθέματα nt pl. μεταλλικών ορυκτών
Erzlager nt sing.

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский