griego » alemán

Traducciones de „πίεση“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

πίεσ|η <-εις> [ˈpiɛsi] SUBST f και fig. (ζόρισμα)

πίεση
Druck m
η πίεση ενός κουμπιού
απόλυτη πίεση FÍS.
υψηλή πίεση
χαμηλή πίεση METEO.
χαμηλή πίεση MEC.
πίεση αερίου
αρτηριακή πίεση
πίεση αίματος
αρχική πίεση
πίεση αίματος
πίεση ατμού
πίεση εμβόλου
κανονική πίεση
κρίσιμη πίεση FÍS.
πίεση λαδιού
μοριακή πίεση
προσροφητική πίεση FÍS.
ωσμωτική πίεση

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский