griego » alemán

Traducciones de „ισολογισμός“ en el diccionario griego » alemán (Ir a alemán » griego)

ισολογισμός [isɔlɔjizˈmɔs] SUBST m

1. ισολογισμός:

ισολογισμός ECON., CONT.
Bilanz f
ισολογισμός εταιρείας
γενικός ισολογισμός
εγκεκριμένος ισολογισμός
μηνιαίος ισολογισμός
εξαμηνιαίος ισολογισμός
ετήσιος ισολογισμός
ενοποιημένος ισολογισμός
ισολογισμός κερδών και ζημιών
Gewinn- und Verlustrechnung f
προσωρινός ισολογισμός
προσωρινός ισολογισμός
ισολογισμός τέλους χρήσης
φορολογικός ισολογισμός
Bilanzprüfer(in) m (f)

2. ισολογισμός ECON. (στο τέλος του έτους):

ισολογισμός

Ejemplos de uso para ισολογισμός

ισολογισμός εταιρείας
γενικός ισολογισμός
μηνιαίος ισολογισμός
εξαμηνιαίος ισολογισμός
ετήσιος ισολογισμός
ενοποιημένος ισολογισμός
προσωρινός ισολογισμός
φορολογικός ισολογισμός
εγκεκριμένος ισολογισμός
ισολογισμός m κερδών και ζημιών
ισολογισμός κερδών και ζημιών
ισολογισμός τέλους χρήσης

¿Quieres añadir alguna palabra, frase o traducción?

Proponnos una nueva entrada.

Página en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский